
48 ΩΡΕΣ ΣΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Την Θεσσαλονίκη την αγαπώ. Κάθε φορά που την επισκέπτομαι, ανακαλύπτω κάτι νέο, μια καινούρια γωνιά, ένα δρομάκι που δεν είχα παρατηρήσει την τελευταία φορά, μια νέα γεύση.
Η κινηματογραφική Θεσσαλονίκη #tiff56
Κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, όμως, την αγαπώ λίγο περισσότερο. Είναι οι δρόμοι που έχουν ζωή, είναι ο κόσμος που περιμένει να βγάλει εισιτήριο ή να μπει στην αίθουσα, είναι το καφέ στον πέμπτο όροφο του Ολύμπιον, που είναι πάντα γεμάτο και το παράθυρο με θέα είναι πάντα εκεί, ανοιχτό και αφήνει τα χρώματα του ήλιου που δύει να διεισδύουν στο χώρο! Ναι, αυτό το πορτοκαλί και ροζ.
Είναι οι κατάμεστες αίθουσες. Είναι ο ήχος από το τσεκάρισμα των εισιτηρίων. Είναι τα κινηματογραφικά free press που κυκλοφορούν. Είναι η αφίσα που κοσμεί πολλά καφέ και εστιατόρια. Είναι οι ξένες γλώσσες που ακούς γύρω σου και προσπαθείς να προσδιορίσεις ποιες είναι. Είναι οι άνθρωποι που περνούν δίπλα σου και σου φαίνονται για σκηνοθέτες και σεναριογράφοι. Κι ας μην είναι. Είναι το τρέξιμο να προλάβεις τη μια προβολή μετά την άλλη. Είναι η συνεχής ερώτηση: «Συγγνώμη, κάθεται κανείς εδώ»; Είναι όλο το κλίμα. Κινηματογραφικό.
Πέρσι έκανα την αρχή. Μυήθηκα, που λέμε. Και φέτος συνέχισα την ιεροτελεστία. Το είχαμε πει άλλωστε και με τη Μαρία (φίλη και fellow blogger), όταν βρεθήκαμε στην πόλη τον Ιούνιο. Στεκόμασταν έξω από το Ολύμπιον και είπαμε θα έρθουμε και το Νοέμβριο». Και αυτό κάναμε.
Το 56ο Φεστιβάλ, λοιπόν, άνοιξε την αυλαία του στις 6 Νοεμβρίου και διεξάγεται έως και τις 15 Νοεμβρίου. Ο πυρετός, όμως, για μένα είχε ξεκινήσει αρκετές ημέρες πριν. Αφενός διάβαζα όσα περισσότερα μπορούσα για τις ταινίες και τους σκηνοθέτες, έτσι ώστε, στις δυο ημέρες που θα βρισκόμουν εκεί, να παρακολουθούσα τις καλύτερες προβολές. Πάντα είναι ρίσκο βέβαια αυτό, αλλά νομίζω ότι οι τέσσερις από τις επτά ταινίες που είδα συνολικά ήταν δυνατές.
Να σου πω αρχικά δυο λόγια για την ιστορία του Φεστιβάλ. Ξεκίνησε το 1960 ως “Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου” και το 1966 πήρε την ονομασία “Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου”. Λειτούργησε ως εθνικό Φεστιβάλ έως το 1991, ενώ το 1992 έγινε Διεθνές.
Η διοργάνωση ξεκίνησε ως εθνικό φεστιβάλ το 1960 με την επωνυμία «Eβδομάδα Eλληνικού Kινηματογράφου» μέχρι και το 1965. Το 1966 ονομάστηκε «Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου» και λειτούργησε ως εθνικό φεστιβάλ μέχρι και το 1991. Το 1992 το Φεστιβάλ έγινε Διεθνές.
Ο πυρετός της προετοιμασίας (και συμβουλές για σένα που θέλεις να μυηθείς στον μαγικό αυτό κόσμο)
Και αφού, λοιπόν, επέλεξα τις ταινίες, έμενε να κλείσω τα εισιτήρια. Από πριν φυσικά, online, αφενός για να μην περιμένω στις ουρές στα εκδοτήρια και αφετέρου για να μην βρεθώ να βλέπω με απογοήτευση τις δυο εκνευριστικές λέξεις: sold out. Επίσης, αν τα κλείσεις μέσω internet, κοστίζουν ένα ευρώ λιγότερο.
Τα έκλεισα, που λες. Τέσσερις ταινίες επί 2 (για τη Μαρία και για μένα) και τρεις μόνο για μένα. Ομολογώ ότι πέρσι, στην πρώτη μου φεστιβαλική εξόρμηση, ήμουν κάπως σκεπτική για το αν θα αντέξω να δω τόσες ταινίες σχετικά κοντά, τη μια μετά την άλλη. Όμως όχι. Και άντεξα ΚΑΙ μου άρεσε. Για να μη σου πω ότι μου έγινε και εμμονή. Είχα πάντα το κινηματογραφικό μικρόβιο μέσα μου και υπό τις κατάλληλες συνθήκες (λίγο οι άνθρωποι που βρέθηκαν και βρίσκονται κοντά μου, λίγο η δουλειά μου, λίγο το προσωπικό κόλλημμα, δεν θέλει και πολύ) αυτό εξαπλώθηκε.
Η διαδικασία επιλογής ταινιών δεν ήταν εύκολη. Πρέπει να στο πω αυτό. Είχα αγχωθεί. Ταινίες που ήθελα να δω δεν προβάλλονταν στις 7 και 8 Νοεμβρίου, άλλες συνέπιπταν στις ώρες και σε κάποιες περιπτώσεις δεν ήξερα ποια να επιλέξω. Ένας παροξυσμός. Η Μαρία έγινε δέκτης αγχωμένων μηνυμάτων και ενός μονολόγου, άναρχων σκέψεων. Μπορεί να σου φαίνονται υπερβολικά όλα αυτά, αλλά αν είσαι film addict θα με νιώσεις, είμαι σίγουρη. Η «υπερβολή» βέβαια, δεν σταμάτησε εκεί. Όχι.
Αφού τα εισιτήρια έκλεισαν και εκτύπωσα το σχετικό χαρτί, έφτιαξα ένα «πακετάκι» οκτώ σελίδων. Συγκέντρωσα τις ταινίες και έγραψα λίγες πληροφορίες για την κάθε μία. Υπόθεση, σκηνοθέτες, πρωταγωνιστές, χώρα παραγωγής, αν έχει κερδίσει βραβεία σε άλλα Φεστιβάλ και σε ποιο τμήμα κατατάσσεται. Στην έβδομη σελίδα έγραψα κάποια γενικά πράγματα για το φετινό Φεστιβάλ, όπως ποια αφιερώματα πραγματοποιεί και τέλος (η όγδοη σελίδα) έβαλα τον χάρτη με τις αίθουσες. Ποια είναι ποια. Άλλες αίθουσες είναι στο Ολύμπιον και άλλες στις Αποθήκες. Αν διαβάζοντας αυτά, με θεωρήσεις κάπως, πώς να το πω, geek ή nerd (σπασίκλα δηλαδή), θα έχεις δίκιο.
2 ημέρες, 7 ταινίες, πολλοί καφέδες
Αν έφτασες να διαβάζεις ως εδώ, σημαίνει ότι μάλλον με νιώθεις ή έστω έχεις περιέργεια να δεις μέχρι που θα φτάσει η κινηματογραφική τρέλα μου. Προχωρώ λοιπόν, με το πρόγραμμα των δυο ημερών.
Παρασκευή βράδυ, άφιξη στη συμπρωτεύουσα, γρήγορο φαγητό και ποτό στο πάρτι έναρξης, στις Αποθήκες.
Το Σάββατο
-Σάββατο πρωί, μπουγάτσα στον Γιάννη, γαλλικός καφές σε κουκλίστικο καφέ, ξεφύλλισμα κινηματογραφικών free press και πρώτη προβολή στις 15:45 (600 μίλια) στο Ολύμπιον.
-Εσπρεσσάκι στο Δωμάτιο με θέα και δεύτερη προβολή στις 18:00 (Από Μακριά).
-Βόλτα κατά μήκος της παραλίας, εκείνη τη φανταστική ώρα που δύει ο ήλιος και τρίτη προβολή στις 20:00 (Ο Γιος του Σεούλ). Πολύ δυνατή ταινία, με φόντο το Άουσβιτς, συγκινεί και συγκλονίζει. Δες αναλυτικά για την ταινία εδώ!
-Η ταινία τελείωσε στις 21:50, 21:55 μέχρι να βγούμε από την αίθουσα και ήταν η στιγμή αυτή που αμφιταλαντεύτηκα για το αν θα πήγαινα και στην τελευταία μου προβολή, την ελληνική Zenaida, η οποία ξεκινούσε στις 22:00. Περπατούσα αργά στον παραλιακό δρόμο και αναρωτιόμουν. Να πάω ή να μην πάω; Τελικά αποφάσισα να πάω, γι αυτό και το αργό περπάτημα έγινε τρέξιμο για την Αποθήκη D και την αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη. Η αίθουσα κατάμεστη, ευτυχώς βρήκα θέση, και καλή μάλιστα. Άλλωστε, ως μονάδα, βρίσκεις πάντα πιο εύκολα. Ακολούθησε q&a με τους συντελεστές, τους σκηνοθέτες Αλέξη Τσάφα και Γιάννη Φώτου και την πρωταγωνίστρια, Μαρία Στεφανίδου.
Σε πληροφορώ ότι τα μάτια μου δεν έκλεισαν καθόλου! Τέσσερις προβολές και υπνηλία δεν με έπιασε. Ναι! Μετά, λοιπόν, από τη Zenaida, συναντήθηκα ξανά με τη Μαρία (η τελευταία προβολή ήταν solo) και πήγαμε για φαγητό στα Λαδάδικα, σε ένα πολύ όμορφο ταβερνάκι, τον Βασιλικό, που ανακαλύψαμε τυχαία. Μας άρεσε και μπήκαμε. Καλή επιλογή, να την έχεις υπόψη. Το βράδυ αυτό, με τη συνοδεία κόκκινου και λευκού κρασιού, πιάσαμε με την Μ. συζητήσεις για τη ζωή. Το συνηθίζουμε αυτό μερικές φορές. Να συζητάμε για όσα κάναμε, για τις λανθασμένες και τις σωστές μας επιλογές, για το που βρισκόμαστε και το που θέλουμε να πάμε. Και αν αγαπώ κάτι σε εκείνη, είναι ότι μπορώ να συζητάω μαζί της τα πάντα. Από το πιο ανούσιο έως το πιο σημαντικό. Άσε που αποτελεί και έμπνευση.
Κάπως έτσι, πέρασε η μέρα.
Η Κυριακή
-Η επόμενη είχε σχετικά πρωινό εγερτήριο, καθώς στις 11:30 εγώ είχα την πρώτη προβολή της ημέρας. Αρνό Ντεπλεσάν και «Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία». Κορυφαίος γάλλος σκηνοθέτης, που δημιουργεί ιδιότυπους χαρακτήρες και σύμβολα. Μάλιστα, ο Νεπλεσάν θα παρευρεθεί στο Φεστιβάλ!
Καφέ, που λες, δεν πρόλαβα να πιω, πάλι έτρεχα στη Λεωφόρο Νίκης, αφού στο Φεστιβάλ η έναρξη των ταινιών είναι ακριβής. Η ταινία του κορυφαίου αυτού γάλλου σκηνοθέτη (στον οποίο το Φεστιβάλ πραγματοποιεί και αφιέρωμα, μαζί με τον ρουμάνο Μιρτσέα Ντανιελούκ) κράτησε δυόμισι ώρες.
– Εσπρεσσάκι στο Δωμάτιο με θέα, κλασικά, και συνάντηση με τη Μαρία. Βόλτες στην πόλη και φαγητό στα Λουλουδάδικα, στην περιοχή Γιαχουντί Χαμάμ. Εσύ τα ήξερες αυτά; Εμείς όχι, να πω την αλήθεια. Ένα υπέροχο πλακόστρωτο δρομάκι, με ταβερνάκια και καφέ, αλλά και ανθοπωλείο στο πεζοδρόμιο, κάτι σαν αυτά που βλέπεις Ισπανία ή Ολλανδία, υπαίθρια.
– Η ώρα πέρασε και πήγαμε πάλι στις Αποθήκες, ήπιαμε καφέ (κλασικά) και άφησα πάλι τη Μαρία, για να μπω στην προβολή των 17:00 Εγώ, ο Ερλ και το κορίτσι πεθαίνει. Ταινία βραβευμένη στο Sundance και αρκετά ιδιαίτερη, καθώς μπλέκει τα κωμικά με τα δραματικά στοιχεία.
-Συνάντηση ξανά με το ταίρι της Θεσσαλονίκης, γρήγορο σουβλάκι, βαφλίτσες και έτοιμες για την τελευταία προβολή της ημέρας, αλλά και του διημέρου. Victoria. Η ταινία που άνοιξε την αυλαία του Φεστιβάλ, ένα μονοπλάνο δυόμισι περίπου ωρών. Είχα εξαρχής υψηλές προσδοκίες από αυτήν και με δικαίωσε. Ακολουθώντας τα χνάρια του Birdman, η ταινία είναι γυρισμένη με εντελώς απλό τρόπο και καταφέρνει να «πάρει» τον θεατή μαζί της, μαζί με τους πρωταγωνιστές. Ακολούθησε q&a με έναν εκ των σεναριογράφων της Victoria και κάπως έτσι, το κινηματογραφικό διήμερο έφτασε στο τέλος του.
Το ξέρω ότι το post ήταν μεγάλο, αλλά πραγματικά, είχα τόσο ενθουσιασμό για όσα είδα και βίωσα εκεί αυτές τις δυο ημέρες, που δεν μπορούσα να κρατηθώ. Είναι αυτή η μοναδική στιγμή που συνδύασα τις δυο μεγάλες μου αγάπες, τα ταξίδια και τον πολιτισμό. Και δεν γινόταν να μη στα μεταφέρω.
Ο Γιος του Σεούλ παίζεται στους κινηματογράφους από την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου και αξίζει να τη δεις. Σε έχω, άλλωστε, ήδη βάλει στο κλίμα με ξεχωριστό άρθρο που έγραψα για το in.gr. Η ταινία προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου και αξίζει να τη δεις.
Σε αφήνω (επιτέλους!) και τα λέμε σύντομα 🙂